31 Δεκεμβρίου 2020

Σύγχυση (συγχέω) και σύγχιση (συγχίζω)

 Σύγχυση (συγχέω):

μπέρδεμα, ανακάτεμα, "νοητική" διαταραχή


Σύγχιση (συγχίζω):

ψυχική αναστάτωση, εκνευρισμός, ταραχή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις